Ο Άγιος Φανούριος ο θαυματουργός
Τα Πρώτα Χρόνια.
Τα χρόνια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Άγιος Φανούριος, με βάση την εικονογράφηση που μας δίνει πληροφορίες για την μαρτυρική διαδρομή του. Δεν γνωρίζουμε όμως ούτε που γεννήθηκε αλλά ούτε και ποιοι ήταν οι γονείς του Αγίου.
Για την εποχή λοιπόν εκείνη γνωρίζουμε πολλά για του βίους χιλιάδων μαρτύρων της χριστιανικής πίστης. Υπήρχε πάντα ένας αιμοσταγής και άπιστος αυτοκράτορας που μία και από τις κύριες ασχολίες του ήταν και ο διωγμός των χριστιανών. Όσοι από τους χριστιανούς έπεφταν στα χέρια των στρατιωτών θα έπρεπε ή να αρνηθούν την πίστη του, ή να τους αρπάξουν την περιουσία τους και όλο το βιός τους και μετά ακολουθούσε η διαδικασία των βασανιστηρίων για να αρνηθούν τον Χριστό. Οι περισσότεροι λοιπόν από όσους ομολογούσαν την Πίστη τους στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό θανατώνονταν με φρικτό τρόπο.
Η ομολογία της πίστεως
Ο Άγιος Φανούριος εμφανίζεται λοιπόν μπροστά σε ένα Ρωμαίο άρχοντα θαρραλέος και ακλόνητος στην Πίστη του. Παρουσιάστηκε, με την σεμνότητα και την συστολή, που τον διέκρινε όπως ο αγιογράφος απεικονίζει. Ο άρχοντας προσπάθησε να τον πείσει να αλλάξει την πίστη του. Η μέθοδος ήταν συγκεκριμένη. Σε νέους ανθρώπους που έμειναν πιστοί στον Χριστό, όπως ο Άγιος Φανούριος, οι Ρωμαίοι άρχοντες μιλούσαν πρώτα από για τις χαρές της ηλικίας τους. Ότι ήταν ένας νέος με μοναδικές χάρες, με νιάτα προνομιούχα, στολισμένα με ομορφιά. Πρόσθεταν με περισσή υποκρισία, πως δεν έχει κανείς το δικαίωμα να αρνηθεί τις χάρες της ζωής για μία πίστη, που είναι αντίθετη στην αυτοκρατορία.
– “Σε καλώ, να γυρίσεις στη πατροπαράδοτη πίστη των θεών. Σε προσκαλώ σε μία νέα ζωή. Ζωή όμορφη, χαρούμενη, γεμάτη απολαύσεις και διασκεδάσεις. Σου ανοίγω έναν καινούργιο δρόμο ευτυχίας, που σου στερεί η πίστη, στην οποία σε σκλάβωσαν κάποιοι ανόητοι”
Ο Άγιος Φανούριος, γεμάτος πίστη και αγάπη για τον Χριστό, απάντησε τότε στον άρχοντα:
– “Δεν δίνω καμία προσοχή στα νιάτα και καμία σημασία στην ομορφιά και δεν βλέπω καμία αξία στις απολαύσεις αυτής της πρόσκαιρης ζωής. Αυτή η σατανική σου παγίδα, να με προσκολλήσει στα υλικά φρονήματα, δεν με γοητεύει. Ξέρω καλά τι πιστεύω και δεν θα με παρασύρουν τα εφήμερα. Ναί άρχοντα, και η πολυχρωμία και το άρωμα των λουλουδιών και η ωραία άνοιξη και το γοητευτικό καλοκαίρι, έρχονται και παρέχρονται. Πίσω από το προσωρινό κάλλος κρύβεται η ματαιότητα. Σήμερα είσαι δυνατός, νέος και ωραίος. Αύριο αδύναμος, γέρος, σακάτης και άσχημος. Σήμερα βροντούν μπροστά σου τύμπανα και λόγχες χαιρετιστήριες. Αύριο είσαι άσημος, ανώνυμος χωρίς δόξα. Καταντάς μία αξιοθρήνητη ξεχασμένη και δυστυχισμένη μορφή μέσα στο πλήθος”.
Σταμάτησε για λίγο ο Άγιος Φανούριος τα κοφτερά του λόγια, που κτυπούσαν κατάκαρδα την ματαιοδοξία του αλαζόνα άρχοντα και κατέληξε:
-“Άσε άρχοντα τα μάτια της ψυχής σου να δουν το φως του Χριστού και τότε πολλά θα καταλάβεις”.
Ο λιθοβολισμός
Βλέποντας την σταθερότητα της πίστης του Αγίου, ο θυμωμένος και οργισμένος άρχοντας διέταξε, επειδή ένιωσε προσβεβλημένος, να τον λιθοβολήσουν για να τιμωρήσουν, όπως είπε, το στόμα του, αυτό το στόμα που με τόση πίστη τόλμησε να αυθαδιάσει μπροστά στην εξουσία του. Οι στρατιώτες που βρισκόταν εκείνη την στιγμή και άκουσαν τον ηγεμόνα τους, περικύκλωσαν αμέσως τον Άγιο Φανούριο και άρχισαν να εκτελούν τις σατανικές εντολές του. Ο Άγιος όλη την ώρα του μαρτυρίου προσευχόταν:
-“Ο Θεός ο Επουράνιος, ο Δεσπότης και ποιητής του κόσμου, των ορατών και των αοράτων, που καταδέχτηκες να φορέσεις ανθρώπινο σαρκίο και να υπομείνεις πάθος εκούσιο για την σωτηρία μας, παρακαλώ τη Βασιλεία σου, άκουσέ με και μη με εγκαταλείπεις. Σβήσε, σαν αγαθός και ελεήμων Θεός, τις αμαρτίες μου και μείνε κοντά μου στα μαρτύρια, που με περιμένουν, για την ομολογία μου και δώσε μου δύναμη να νικήσω τους εχθρούς της πίστεως για την Δόξα του φοβερού και Άγιου Ονόματός Σου”.
Το μαρτύριο αυτό κράτησε έως ότου οι στρατιώτες εξαντλημένοι από την προσπάθεια να λιθοβολήσουν τον Άγιο, έπεφταν κάτω από την κούραση ο ένας μετά τον άλλο. Η αντοχή και η υπομονή του Άγιου, είχε κάνει ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί τον θυμό του άρχοντα που δεν μπορούσε να καταλάβει, ότι ο Πανάγαθος Θεός των χριστιανών βοηθούσε τον Μάρτυρα.
Ο ραβδισμός
Βλέποντας ο άρχοντας λοιπόν την αλύγιστη θέληση του Άγιου Φανουρίου να μείνει πιστός στο Χριστό, έγινε θηρίο ανήμερο από το θυμό του. Διέταξε αμέσως να βασανιστεί ο Χριστιανός Μάρτυρας σκληρά και βάναυσα. Με αγριότητα και θηριωδία αρπάζουν οι βασανιστές στρατιώτες τον Άγιο, τον ξαπλώνουν κατά γης και κρατούν τα χέρια και τα πόδια του τεντωμένα. Αρχίζουν τότε οι ραβδούχοι με ειδικά μαστίγια από βούνευρα να τον χτυπούν οργισμένα, ενώ άλλοι κρατούν ξύλα και ρόπαλα και συναγωνίζονται στο ποιος θα καταφέρει περισσότερα χτυπήματα στο σώμα του Άγιου.
Ανεβοκατέβαιναν στο νεανικό σώμα του Χριστιανού Μάρτυρα, σφυρίζοντας με δύναμη και τον αυλάκωναν με πληγές. Το μαρτύριο συνεχιζόταν με βαρβαρότητα. Έτσι ο άρχοντας νόμιζε ότι θα πετύχαινε την αλλαξοπιστία του Άγιου Φανουρίου. Εκείνος όμως έμενε άκαμπτος. Υπέφερε το μαρτύριο με την φλόγα της πίστεων και την δύναμη της προσευχής. Ύστερα από το φοβερό μαστίγωμα, οδήγησαν τον Μάρτυρα στη φυλακή. Εκεί δεν επέτρεψαν να εκδηλωθούν έστω ορισμένα ίχνη ανθρωπιάς. Δεν το άφηναν δηλαδή να παραμείνει κάτω από συνθήκες όχι βασανιστικές.
Τα βασανιστήρια στη φυλακή
Πρώτα από όλα τον αφαίρεσαν την στολή του και τον οδήγησαν στην φυλακή, όπως έτσι γυμνός και ματωμένος όπως είναι βρίσκεται μπροστά σε καινούργια βασανιστήρια. Στην καρδιά του άρχοντα είχε ξυπνήσει ο εκδικητικός ειδωλολάτρης και σαν να είχε μπροστά του έναν κακούργο διέταξε να τον χτυπήσουν με σιδερένιους λοστούς σε όλο το σώμα και να ξεσκίσουν σιγάσιγά και μεθοδικά τις σάρκες του. Ο Άγιος όμως σε όλη τη διάρκεια αυτής της βαρβαρότητας υπέμενε στωικά και χαιρόταν με τα βασανιστήρια λέγοντας:
– “Ω Θεέ μου, πόσο σε ευχαριστώ που με αξίωσες, εμένα τον αμαρτωλό να καθαριστώ μέσα από αυτά τα βασανιστήρια, για την προηγούμενη ζωή μου”.
Στη διάρκεια μάλιστα αυτής της θηριωδίας, ο Άγιος για να προκαλέσει περισσότερο του δήμιους, πετούσε στο πρόσωπο του άρχοντα που είχε κατέβει στη φυλακή για να επιβλέπει το βασανισμό, κομμάτια από τις κομμένες σάρκες του, φωνάζοντάς του:
– “Αυτό που κάνεις από από τα είδωλα το έμαθες; Αυτά σου ξύπνησαν την επιθυμία δυστυχισμένε, για να φας από τις σάρκες μου. Φάε λοιπόν να χορτάσεις την βαρβαρότητα σου”.
– “Αν δεν προσκυνήσεις τους προγονικούς μας θεούς, να ξέρεις ότι σε περιμένουν και άλλα πιο χειρότερα, από τα οποία δεν μπορεί να σε γλυτώσει ούτε αυτός που πέθανε με ατιμωτικό θάνατο, καημένε μου”.
– “Μη βλασφημάς. Δεν ξέρεις ότι Εκείνος κατέβηκε στη γη, έγινε άνθρωπος και Σταυρώθηκε για να μας σώσει από την αιώνια κόλαση; Μόνο για τη χαμένη ψυχή σου κλάψε. Εγώ χαίρομαι, όπως ο γεωργός όταν σπέρνει το χωράφι του, έτσι και αυτά τα βασανιστήρια προξενούν σε μένα αγαλλίαση”.
Προσευχόταν συνέχεια ο Άγιος ενώ τα βασανιστήρια συνεχίζονταν έως το βράδυ.
Ξέσκιζαν τις σάρκες του σιγά σιγά για να παρατείνουν το μαρτύριο του. Κομμάτια από τις σάρκες του έπεφταν στο έδαφος και φαίνονταν τα κόκαλά του. Έως ότου έπεσε σκοτάδι και πια δεν έβλεπαν οι δήμιοι που τον βασάνιζαν. Όταν βράδιασε για τα καλά τον κλείδωσαν πάλι στην υπόγεια φυλακή και έφυγαν αποκαμωμένοι.
Ο Κύριος τον επισκέπτεται
Τα μεσάνυχτα μέσω Αγγέλων κατέβηκε στη φυλακή ο Βασιλεύς των Ουρανίων δυνάμεων, ο Χριστός, για να επισκεφθεί τον δούλο Του. Αμέσως άνοιξε η φυλακή και λύθηκαν τα δεσμά όχι μόνο του Αγίου, αλλά και όλων των φυλακισμένων.
– “Φανούριε, κοίταξέ μας”, τον κάλεσαν οι Άγγελοι.
– “Ποιοι είσαστε εσείς;”, ρώτησε ο Άγιος.
– “Είμαστε Άγγελοι του Θεού που μας έστειλε να σε χαιρετήσουμε”.
– “Αν είσαστε Άγγελοι του Θεού, κάντε το Σταυρό σας και προσκυνήστε”, του είπε φοβούμενος τον Σατανά μήπως είχε μεταμορφωθεί σε αγγέλους φωτός.
Αφού έκαναν το Σταυρό τους και προσκύνησαν, του είπαν:
– “Γιατί δεν μας πίστεψες;”
– “Ο Κύριός μας έστειλε τον Άγγελό του για να δροσίσει του τρεις παίδες, γιατί πάλευαν μέσα στο καμίνι με την φωτιά, πως αξιώθηκα μια τέτοια μεγάλη δωρεά;”
Ξαφνικά ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός με ανθρώπινη μορφή τον φώτισε με το λαμπρό του φως, του θεράπευσε τις πληγές, τον ράντισε στο πρόσωπο με νερό, τον σήκωσε επάνω, και του είπε:
– “Από σήμερα να ξέρεις Φανούριε ότι θα προσφέρεις στον Πατέρα μου μεγάλο ποίμνιο και εκλεκτό”.
Ο Άγιος τότε, έπεσε στα πόδια του Χριστού και κλαίγοντας έλεγε:
– “Σε παρακαλώ, Χριστέ μου, δυνάμωσε την ψυχή μου γιατί φοβάμαι ότι θα δειλιάσω μπροστά στα βασανιστήρια και δεν θα αντέξω να σε ομολογήσω μέχρι το τέλος”.
– “Μην φοβάσαι γιατί θα είμαι κοντά σου”.
Ο Κύριος αμέσως γέμισε την ψυχή του Αγίου με θάρρος και με ανείπωτη αγαλλίαση. Ύστερα ανέβηκε στους Ουρανούς.
Πάλι μπροστά στον άρχοντα
Την άλλη μέρα ο σκληρός και αδίσταχτος τύραννος διατάζει τους στρατιώτες του να του φέρουν μπροστά του τον Άγιο. Όταν τον έφεραν μπροστά του, τον είδε που ήταν λαμπρερός και γεμάτος υγεία, χωρίς να υπάρχει κανένα σημάδι από τις πληγές των βασανιστηρίων πάνω στο σώμα του. Και ενώ λοιπόν θαύμασε το γεγονός αυτό, ο εγωισμός του δεν τον άφηνε, να αποδώσει το θαύμα στους θεούς των ειδώλων, ότι τάχα τον γιάτρεψαν οι θεοί της ειδωλολατρίας, τους οποίους και έπρεπε σύμφωνα με τον τύραννο να ευχαριστήσει. Ο Άγιος Φανούριος δεν άργησε να του απαντήσει:
– “Με κάνεις να χαμογελώ μα και να οργίζομαι γι’ αυτά, που λες. Ε, λοιπόν, σου λέω χωρίς δισταγμό, ότι οι δαιμονικοί θεοί σου τίποτε δεν μπορούν να κάνουν σε ένα Χριστιανό. Μια δύναμη με προστατεύει και μόνο. η δύναμη του Αληθινού Θεού. Εκείνος με γιάτρεψε”.
Τον καίνε με λαμπάδες.
Μόλις άκουσε αυτά τα λόγια ο τύραννος, πλημμύρισε από άγριο εγωισμό και κακία. Διέταξε αμέσως να τον κατεβάσουν πάλι στην υπόγεια φυλακή και να του κάψουν το σώμα με αναμμένες λαμπάδες. Πράγματι ένα στρατιωτικό απόσπασμα τον οδήγησε στη φυλακή όπου εκεί γύμνωσαν το σώμα του και άρχισαν να τον καίνε με τις αναμμένες λαμπάδες. Και όπως εκείνος σφάδαζε από τους πόνους, οι βασανιστές ειδωλολάτρες συνέχιζαν το διαβολικό έργο τους με σατανική επιμονή.
Πονούσε, υπέφερε, συγκλονιζόταν ο Άγιος από φρικτούς πόνους, αλλά με την δύναμη του Σωτήρα Χριστό, άντεχε. Πάλευε, δεν άφηνε να τον κυριέψει ο τρόμος και η απελπισία.
– “Μετά το μαρτύριο ο θάνατος. Και με τον μαρτυρικό υπέρ του Χριστού θάνατο ανατέλλει η αιώνια ζωή και το ανεκτίμητο στεφάνι της νίκης”, ψιθύριζε ο Μάρτυρας.
Μαθαίνοντας λοιπόν ο τύραννος, ότι το βασανιστήριο δεν λύγιζε τον Άγιο Φανούριο, αλλά περισσότερο γινόταν γνωστή η ηρωική του αντίσταση, αποφάσισε να σταματήσει αυτό το μαρτύριο και αποφάσισε να τελειώνει μαζί του διατάζοντας να τον καταπλακώσουν με μία μεγάλη πέτρα και να αμολήσουν τα θηρία που είχε για να τρώνε τους Μάρτυρες, ώστε να τον κατασπαράξουν.
Στα θηρία
Ο τύραννος διέταξε τον φροντιστή των θηρίων, που βέβαια ήταν πιο αναίσθητος και από τα θηρία, να ετοιμάσει τα πιο φοβερά από αυτά. Τα φοβερότερα και τα πιο άγρια θηρία λοιπόν τα έφεραν και τα άφησαν να κινηθούν εναντίον του Αγίου Φανουρίου. Οι δήμιοι τον είχαν ξαπλώσει στο έδαφος και είχαν τοποθετήσει πάνω του μια μεγάλη και βαριά πέτρα. Τα θηρία λοιπόν όχι μόνο δεν τον πείραξαν, αλλά έδειξαν απέναντί του ευσπλαχνία. Μάλιστα κάποια από αυτά έγλυφαν τα πόδια του και κάποια άλλα σκούπιζαν τον ιδρώτα του, σ’ αυτό τον αγώνα του Αγίου για τον Χριστό.
Ο τύραννος όμως, μη πιστεύοντας τα όσα θαυμαστά συνέβαιναν επέπληξε τον φροντιστή των θηρίων και του έλεγε να τα κεντρίζει, για να εξαγριωθούν με τον Άγιο. Πράγματι έτσι έγινε, μόνο που τα φίδια εξαγριώθηκαν και επιτέθηκαν εναντίον του φροντιστή και των άλλων δημίων.
Ο Άγιος διέταξε τότε τα θηρία να μην πειράξουν κανέναν από του δήμιους και να φύγουν από την πόλη, χωρίς να πειράξουν κανένα στο διάβα τους και ευχαρίστησε τον Κύριο.
Μπροστά στα είδωλα
Τότε ο σατανικός τύραννος αποφασισμένος να αναγκάσει τον Άγιο να θυσιάσει έστω στα είδωλα, βρήκε ένα άλλο τρόπο τιμωρίας. Τοποθέτησαν πάνω σε ένα ειδωλολαρτικό βωμό αναμμένα κάρβουνα και στο δεξί χέρι του Αγίου έβαλαν με την βία λιβάνι. Ταυτόχρονα του κρατούσαν το χέρι, με σίδερα, πάνω ακριβώς από το βωμό. Το έκαναν αυτό για να τον αναγκάσουν να ρίξει λιβάνι στο βωμό των ειδώλων, έστω και χωρίς να το θέλει ο Άγιος. Σκεφτόταν ο ανόητος ο τύραννος, ότι δεν θα άντεχε το κάψιμο από τα αναμμένα κάρβουνα και θα έριχνε πάνω σ’ αυτά το λιβάνι των ειδωλολατρών. Έτσι θα φαινόταν, ότι θα θυσίαζε στα είδωλα.
Ο Άγιος όμως, κράτησε το χέρι του ακίνητο, έως ότου, κάηκε ολόκληρο το δεξί του χέρι από τη φωτιά. Κοιτούσε το φλεγόμενο χέρι και δακρύζοντας αναστέναζε, από ευχαριστία προς τον Κύριο.
Ο τύραννος βλέποντας την ανδρεία και θαυμάζοντας την υπομονή του Αγίου, του είπε:
– “Αφού είπες ότι δεν υπολογίζεις τα βασανιστήρια και δεν τα αισθάνεσαι, τότε γιατί αναστέναξες και δάκρυσες;”
– “Δυστυχισμένος είσαι αν νομίζεις ότι νικήθηκα από τον σωματικό πόνο και δάκρυσα. Δεν δάκρυσα γι’ αυτό. Σκέφτηκα μόνο ότι το σώμα μοιάζει με τη λάσπη που όταν καίγεται, ξεραίνεται, έτσι όπως έγινε και με τη σάρκα μου. Η ψυχή έχει αξία. Εγώ δάκρυσα για σένα δυστυχισμένε. Πρόκειται να χαθείς μια μέρα και να κολαστείς, γιατί δεν πιστεύεις στον αληθινό Θεό, αλλά προσκυνάς τον σατανά. Όλα αυτά τα κάνεις για να προσφέρεις τις υπηρεσίες σου σε ένα βασιλιά άνθρωπο, που σήμερα είναι και αύριο δεν είναι. Για όλα αυτά σε περιμένει η φωτιά της Κόλασης, που θα καίει για πάντα”.
Μόλις τελείωσε τη φράση του εμφανίστηκε ένας δαίμονας που έκλαιγε από την αποτυχία του να νικήσει το νεαρό Φανούριο.
Η Ουράνια Παρέμβαση.
Δεν πέρασε πολύ ώρα και ξαφνικά η γη ταράζεται. Ένας τεράστιος σεισμός συγκλονίζει τη γη και κάτι φαίνεται σαν λάμψη, σαν αστραπή. Όλοι οι συγκεντρωμένοι κοιτάζουν προς το μέρος του Αγίου και βλέπουν πάνω του ένα κάτασπρο περιστέρι, που κρατούσε ένα στεφάνι.
Ο κόσμος αρχίζει να φωνάζει εκστασιασμένος από τα θαύματα που συνέβαιναν μπροστά του:
– “Θαύμα, θαύμα, θεϊκό σημείο. Είναι καθαρή η ψυχή του. Είναι Άγιος. Είναι αληθινός ο Θεός των Χριστιανών”.
Αμέσως μετά και ενώ δεν είχαν συνέλθει από το ξαφνικό γεγονός, είδαν έναν πύρινο φωτεινό στύλο και πάνω από αυτόν έναν επιβλητικό Σταυρό. Είδαν τον Άγιο Φανούριο φωτισμένο από ένα ουράνιο φως να προσεύχεται.
– “Θαύμα, θαύμα, θεϊκό σημείο. Είναι καθαρή η ψυχή του. Είναι Άγιος. Είναι αληθινός ο Θεός των Χριστιανών” ξαναφώναξε ο κόσμος.
Ο τύραννος ακούγοντας το πλήθος να φωνάζει, διέταξε τους στρατιώτες να χτυπήσουν αλύπητα εκείνους, που φωνάζουν με θαυμασμό, για το νεαρό Φανούριο. Το θαύμα όμως συνεχίζεται αφού όλοι βλέπουν το κάτασπρο περιστέρι να χαμηλώνει και να πλησιάζει τον Άγιο Φανούριο. Βλέπουν το περιστέρι να τοποθετεί το στεφάνι που κρατούσε πριν λίγο στο κεφάλι του Μάρτυρα και να του λέει με ανθρώπινη φωνή:
– “Ειρήνη σε σένα δούλε του Θεού. Έχε θάρρος και πάρε αυτό το στεφάνι, που στο χαρίζει ο Ουράνιος Πατέρας”.
Έπειτα το Θεϊκό περιστέρι χτυπά ευτυχισμένα τα φτερά του και κάθεται πάνω στον αστραφτερό Σταυρό. Από εκεί ακούγεται η μελωδική φωνή του, που λέει στον Άγιο:
– “Έλα κοντά μας Φανούριε, στον ουρανό για να απολαύσεις το άφθαρτο στεφάνι του Μαρτυρίου και της νίκης. Έλα να αναπαυθείς κοντά στα θεία και Ουράνια σκηνώματα”.
Με αυτά τα τελευταία λόγια, που ακούγονται από τη θεϊκή φωνή, οι συγκεντρωμένοι δεν κρατιούνται πια.
– “Όλοι μαζί με τον Ιησού Χριστό. Όλοι με τον Ναζωραίο. Μαζί Του λοιπόν για πάντα κι ας χάσουμε τη ζωή μας για εκείνον”.
Ο τύραννος που βλέπει τον λαό του να βλασφημεί τους προγονικούς του Θεούς ακι να βρίζει τα είδωλα διατάζει αμέσως να κηρυχθεί ο νόμος της βίας και του αίματος. Χιλιάδες ειδωλολάτρες που παρακολουθούσαν τα θαύματα έγιναν Χριστιανοί και πίστεψαν στο Χριστό. Ο σατανικός και οργίλος τύραννος διέταξε να γίνουν άγριες σφαγές, ενώ το αίμα των μαρτύρων πλημμύρισε τους δρόμους της πόλης από άκρη σε άκρη. Οι πιστοί χριστιανοί πολλαπλασιάζονται και σε μία στιγμή μόνο μαρτυρούν κατά χιλιάδες. Οι συνέπειες της διαταγής του Έπαρχου πήρε τη μορφή της τραγωδίας. Νέκρωσε όλη η επαρχία αφού θανατώθηκαν άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Τα κορμιά των μαρτύρων της πίστεως κείτονταν σωριασμένα στου δρόμους και στα μονοπάτια της επαρχίας. Χιλιάδες ειδωλολάτρες βαπτίστηκαν Χριστιανοί με το ίδιο τους το αίμα, το αίμα της Θυσίας και της Ομολογίας της πίστης τους.
Το μαρτυρικό τέλος του Άγιου.
Ο Άγιος βρίσκεται μετά από διαταγή του τυράννου πάνω σε ένα μεγάλο μάγκανο για να του τσακίσουν τα κόκαλα, ενώ τριγύρω του στέκονται εξαγριωμένοι οι βασανιστές. Ο ίδιος, παραμένει ήρεμος και με πρόσωπο που λάμπει από την ενίσχυση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Στέκεται λοιπόν εκεί με υπομονή και καρτερία γεμάτος, μπροστά στο φρικτό αυτό μαρτύριο. Στη συνέχεια τον τοποθετούν όρθιο μέσα σε ένα πυρωμένο λάκκο. Πάνω στη φωτιά και ενώ οι γλόγες κακι οι καπνοί τον έχουν τυλίξει, ο Άγιος προσεύχεται:
“Ο Θεός ο εν υψηλοίς κατοίκων και τα ταπεινά εφορών, ο τους εν Βαβυλώνι τρεις παίδας δια τον σον νόμον εκδοθέντας πυρί, δι’ Αγίου Αγγέλου Σου κακών απαθείς συντηρήσας και δρόσον αυτοίς άνωθεν επιπέμψας. Αυτός και νυν τον σον δούλον παράστηθί μοι βοηθός, αγωνιζόμενον υπέρ της σης δόξης, Χριστέ”.
Ο Μάρτυρας που βρισκόταν μέσα στις πύρινες φλόγες αισθανόταν σαν να ήταν μέσα σε δροσερά και πανέμορφα μέρη όπου μπορούσε απερίσπαστος να προσεύχεται, Αυτό το γεγονός ήταν και η αφορμή να ξεκινήσει ο Μάρτυρας Φανούριος το ταξίδι του προς τον Χριστό. Την στιγμή που αναχωρούσε ο Άγιος Φανούριος, ακούστηκε φωνή μεγάλη από τον Ουρανό:
– “Άνελθε προς τον στεφανοδότην τον καλόν αγώνα αγωνισάμενος και τον δρόμο ήδη τελέσας, δια να λάβεις τους μισθούς και τας αμοιβάς των κόπων σου”.
Η Εικόνα
Η ανακάλυψη της εικόνας
Υπάρχουν κάποιες συγκεκριμένες εκδοχές για την ανεύρεση της εικόνας, όπως αναφέραμε πιο πάνω. Η πρώτη εκδοχή αναφέρει ότι η εικόνα βρέθηκε στην ανασκαφή μιας παλιάς εκκλησίας έξω από τα τείχη της Ρόδου. Στην εικόνα που βρέθηκε λοιπόν εκεί, ο Μητροπολίτης της Ρόδου Νείλος ο Β’ ο Διασπωρηνός (1355 μ.Χ. – 1369 μ.Χ.) ανέγνωσε σε μια σειρά γραμμάτων “ΑΓΙΟΣ ΦΑΝΟΥΡΙΟΣ”. Η παράσταση του Αγίου τον έδειχνε με στρατιωτική στολή ενώ κρατούσε στα δεξιά του ένα Σταυρό.
Η δεύτερη εκδοχή αναφέρει ότι η εικόνα βρέθηκε στην Κύπρο.
Υπάρχει και η εκδοχή των Συναξαριστών που αναφέει διαφορετικό χρόνο ανεύρεσης ο οποίος για αυτούς είναι το 1.500 μ.Χ.
Συμπεράσματα
Θα πρέπει να δεχθούμε ότι ο Άγιος Φανούριος ήταν Ελληνικής καταγωγής λόγω του ονόματός του.
Σύμφωνα με τα μαρτύρια του που είναι αποτυπωμένα στην εικόνα θα πρέπει να μαρτύρησε στους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού.
Η απεικόνιση, μας τον παρουσιάζει ως νέο στην ηλικία και με στολή στρατιωτικού.
Με βάση αυτά τα συμπεράσματα μπορούμε να έχουμε μία πρώτη ιδέα σχετικά με τον Άγιο Φανούριο.
Ο Μητροπολίτης της Ρόδου Νείλος ο Β’
Όπως αναφέραμε πιο πάνω ο Μητροπολίτης της Ρόδου Νείλος ο Β’ ο Διασπωρηνός (1355 μ.Χ. – 1369 μ.Χ.) διάβασε το όνομα του Αγίου Φανουρίου στην εικόνα. Αποφάσισε στη συνέχεια να ανακαινίσει τον Ιερό Ναό, όπου βρέθηκε η εικόνα.
Αμέσως έστειλε κάποιον αντιπρόσωπό του στον ηγεμόνα του νησιού για να πάρει την άδεια για την ανακαίνιση του Ιερού Ναού.
Η άδεια δεν δόθηκε, εξαιτίας της άρνησης του ηγεμόνα. Τότε ο Μητροπολίτης της Ρόδου Νείλος ο Β’, αποφάσισε να πάει στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί ζήτησε από τον σουλτάνο την άδεια να ανακαινίσει τον Ιερό Ναό και την πήρε.
Μετά την επιστροφή του στη Ρόδο ξεκίνησε την αναστήλωση του Ιερού Ναού του Αγίου Φανουρίου στην ίδια θέση των ερειπίων, όπου βρέθηκε η εικόνα του, δηλαδή η σημερινή παλαιά αγορά.
Ο Ιερός Ναός λοιπόν που ανακαινίστηκε την εποχή του Μητροπολίτη της Ρόδου Νείλου του Β’ σώζεται έως σήμερα και πολλοί πηγαίνουν για να προσκυνήσουν την Θαυματουργή εικόνα του Αγίου Φανουρίου.
ΜΕΡΟΣ Γ’
ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΑΝΟΥΡΙΟΥ
Οι τρεις Ιερείς
Την εποχή που η Κρήτη βρισκόταν κάτω από την κυριαρχία των Βενετσιάνων, οι κυρίαρχοι λοιπόν του νησιού δεν αναγώριζαν Ορθόδοξο Αρχιεπίσκοπο, αλλά μόνο Λατίνους μιας και ήταν Παπικοί. Ακόμα και όταν κάποιος Μητροπολίτης πέθαινε, δεν επέτρεπαν να εκλεγεί άλλος στη θέση του. Με αυτό τον κανονισμό, όσοι ήθελαν να γίνουν ιερείς, έπρεπε να πηγαίνουν στα Κύθηρα. Κάποια στιγμή λοιπόν, ξεκίνησαν τρεις Διάκονοι και παρουσιάστηκαν στον Μητροπολίτη Κυθήρων για να του χειροτονήσει ιερείς. Ο Μητροπολίτης τους χειροτόνησε ιερείς και του συνόδευσε προς τη θάλασσα δίνοντας τους τις ευχές του να υπηρετήσουν με υπομονή και πίστη το Ποίμνιο τους. Στη διάρκεια του ταξιδιού της επιστροφής αιχμαλωτίστηκαν από κάποιους Αγαρηνούς, οι οποίοι τους μετέφεραν στην Ρόδο, όπου και του πούλησαν σαν σκλάβους σε άλλους Αγαρηνούς. Οι τρεις ιερείς ζούσαν πλέον σε καθεστώς σκληρής σκλαβιάς αφού οι αφέντες τους ήταν αλλόθρησκοι και βάρβαροι μαζί τους.
Ωστόσο δεν έχασαν την πίστη τους και όταν κάποια μέρα άκουσαν από του Ροδίτες για την εικόνα του Αγίου Φανουρίου, άρχισαν να παρακαλούν τον Άγιο Φανούριο να τους ελευθερώσει από τα δεσμά της απάνθρωπης σκλαβιάς. Ο κάθε ιερέας χωρίς να γνωρίζουν οι άλλοι τρεις ζήτησε την άδεια από τον αφέντη του να πάει να προσκυνήσει την εικόνα του Αγίου Φανουρίου. Πράγματι πήραν άδεια και οι τρεις. Έφτασαν λοιπόν στον Ιερό Ναό, ξεχωριστά ο καθένας και παρακαλούσαν τον Άγιο Φανούριο να τους ελευθερώσει από τα χέρια των βαρβάρων Αγαρηνών και να του αξιώσει να επιστρέψουν στο Ποίμνιο τους.
Πράγματι ο Άγιος Φανούριος την ίδια νύχτα παρουσιάστηκε στο όνειρο των τριών βάρβαρων Αγαρηνών, που είχαν στη σκλαβιά τους, τους ιερείς και τους διέταξε να τους απελευθερώσουν. Οι Αγαρηνοί όμως θύμωσαν με αφορμή την παρουσία του Αγίου και αντί να ακολουθήσουν την εντολή του Αγίου έδεσαν με αλυσίδες τους ιερείς και τους βασάνισαν, οι άθλιοι αφού νόμιζαν ότι οι ιερείς τους είχαν κάνει μάγια.
Ο Άγιος Φανούριος εμφανίστηκε μπροστά στους τρεις ιερείς, του έλυσε και τους είπε ότι την άλλη μέρα θα τους ελευθέρωνε και από τους Αγαρηνούς. Ταυτόχρονα φανερώθηκε στους τρεις Αγαρηνούς και τους είπε:
– “Εάν δεν ελευθερώσετε μέχρι αύριο το πρωί τους δούλους σας, θα δείτε την δύναμη του Κυρίου”.
Πάλι όμως οι Αγαρηνοί δεν άκουσαν την εντολή του Αγίου Φανουρίου. Έτσι οι Αγαρηνοί και οι οικογένειές τους τυφλώθηκαν και παρέλυσαν από φρικτούς πόνους. Σκέφτηκαν λοιπόν ότι οι μόνοι που θα μπορούσαν να τους βοηθήσουν ήταν οι ιερείς.
– “Δεν μπορούμε να σας βοηθήσουμε. Θα παρακαλέσουμε όμως τον Θεό και Εκείνος θα κάνει αυτό που είναι σωστό”.
Ο Άγιος Φανούριος και πάλι εμφανίστηκε μπροστά στους Αγαρηνούς και τους είπε:
– “Αν δεν ελευθερώσετε τους τρεις ιερείς, δεν θα ξαναβρείτε την υγεία σας”.
Οι Αγαρηνοί φοβήθηκαν τόσο πολύ που έστειλαν ο καθένας από ένα γράμμα στον Ιερό Ναό του Αγίου Φανουρίου και δήλωναν ότι χαρίζουν την ελευθερία στους τρεις ιερείς. Αυτοί που πήγαν τις επιστολές εκ μέρους των Αγαρηνών, τις τοποθέτησαν πάνω στην εικόνα του Αγίου.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι πριν καν επιστρέψουν πίσω στους Αγαρηνούς, οι Αγαρηνοί και οι οικογένειές τους είχαν γίνει καλά. Έβλεπαν και έπαψαν να κείτονται παράλυτοι και ανήμποροι.
Συγκλονισμένες και οι τρεις οικογένειες από το απρόσμενο για αυτούς θαύμα, απελευθέρωσαν τους τρεις ιερείς και τους πλήρωσαν και τα έξοδα για να επιστρέψουν στην Κρήτη.
Οι ιερείς πήγαν αμέσως στον Ιερό Ναό του Αγίου Φανουρίου και ευχαρίστησαν τον Άγιο για το θαύμα αυτό και ύστερα αφού αντέγραψαν την εικόνα σου, την πήραν μαζί τους στην Κρήτη. Ο Άγιος Φανούριος εορτάζεται έως και σήμερα με ιδιαίτερη ευλάβεια στην Κρήτη.
ΜΕΡΟΣ Δ’
Η Φανουρόπιττα
Η αγάπη και η τιμή με την οποία περιβάλλει ο Ελληνικός λαός τον Άγιο Φανούριο έγινε αφορμή να δημιουργηθούν διάφορα έθιμα όπως είναι και η Φανουρόπιττα που την φτιάχνουμε την παραμονή της γιορτής του Αγίου. Η πίττα αυτή, είναι μικρή και στρογγυλή και μοιράζεται στους πιστούς. Υπάρχουν δύο εκδοχές σχετικά με την Φανουρόπιττα. Η πρώτη εκδοχή αναφέρει ότι την φτιάχνουμε για να μας φανερώσει ο Άγιος κάποιο χαμένο αντικείμενο. Η δεύτερη εκδοχή αναφέρει ότι με την Φανουρόπιττα γίνεται μνεία της μητέρας του Αγίου, χωρίς να γνωρίζουμε όμως για ποιο λόγο.
Πως φτιάχνουμε την Φανουρόπιττα.
Υλικά
1 Φαρίνα Γιώτη.
1 ποτήρι καλαμποκέλαιο.
1 ποτήρι ζάχαρη.
1 ποτήρι χυμό πορτοκάλι.
1 ποτήρι νερό.
1 κούπα σταφίδα ξανθή.
1 κούπα καρυδόψιχα.
1 κουταλάκι του γλυκού κανέλλα.
Ξύσμα από λεμόνι.
Εκτέλεση
Χτυπάμε για τρία λεπτά το καλαμποκέλαιο μέσα σε ένα μπωλ μαζί με το χυμό πορτοκάλι και το νερό. Μετά προσθέτουμε τη ζάχαρη και ξαναχτυπάμε. Μετά ρίχνουμε τη φαρίνα Γιώτη και τα υπόλοιπα υλικά. Ζυμώνουμε πολύ καλά και στη συνέχεια ψήνουμε για μια ώρα.
Ευχή επ’ ευλογία πίττα Αγίου Φανουρίου
Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Ουράνιος Άρτος, ο της βρώσεως της μενούσης εις τον αιώνα πλουσιοπάροχος χορηγός, ο δοτήρ των αγαθών, ο δε Ηλιού τροφήν αγεώργητον πηγάσας, η ελπίς των απελπισμένων, η βοήθεια των αβοηθήτων και σωτηρία των ψυχών ημών.
Ευλόγησον τα δώρα ταύτα και τους ταύτα Σοι προσκομίσαντας, εις δόξαν Σην και τιμήν του Αγίου ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Φανουρίου.
Παράσχου δε αγαθέ τοις ευπρεπίσασι τους πλακούντας τούτους, πάντα τα εγκόσμια και υπερκόσμια αγαθά σου.
Εύφρανον αυτούς, εν χαρά μετά του προσώπου Σου, δείξον αυτοίς οδούς προς Σωτηρίαν.
Τα αιτήματα των καρδιών αυτών και πάσαν την βουλήν αυτών ταχέως πλήρωσον, οδηγών αυτούς προς εργασίαν των εντολών Σου, ίνα δια παντός εν ευφροσύνη και αγαλλιάσει υμνώσι και δοξάζωσι το πάντιμον και μεγαλοπρεπές όνομά Σου, πρεσβείαις της Υπερευλογημένης Θεοτόκου, του Αγίου Ενδόξου νεομάρτυρος Φανουρίου, του Θαυματουργού και πάντων Σου των Αγίων. Αμήν